„χιονόμπαλα“: θηλυκό χιονόμπαλα [çoˈnobala]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Schneeball Schneeballαρσενικό | Maskulinum, männlich m χιονόμπαλα χιονόμπαλα