„χειραφετούμαι“: μεσοπαθητικό ρήμα χειραφετούμαι [çirafeˈtume]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) sich emanzipieren sich emanzipieren χειραφετούμαι χειραφετούμαι