„χαρακίρι“: ουδέτερο χαρακίρι [xaraˈkjiri]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Harakiri Harakiriουδέτερο | Neutrum, sächlich n χαρακίρι χαρακίρι