„χαράζομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα χαράζομαι [xaˈrazome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) sich einprägen sich einprägen χαράζομαι χαράζομαι