χαλυβουργείο
[xalivurˈjio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Stahlindustrieθηλυκό | Femininum, weiblich fχαλυβουργείοχαλυβουργείο
- Stahlwerkουδέτερο | Neutrum, sächlich nχαλυβουργείο εργοστάσιοχαλυβουργείο εργοστάσιο