Greek-German translation for "χαλαρώνω"

"χαλαρώνω" German translation

χαλαρώνω
[xalaˈrono]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-σα; -θηκα; -μένος>

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • lockern, auflockern
    χαλαρώνω καθιστώ χαλαρό
    χαλαρώνω καθιστώ χαλαρό
  • entspannen
    χαλαρώνω μυς
    χαλαρώνω μυς
  • lockern
    χαλαρώνω μετριάζω την ένταση μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
    χαλαρώνω μετριάζω την ένταση μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
χαλαρώνω
[xalaˈrono]αμετάβατο ρήμα | intransitives Verb v/i <-σα; -θηκα; -μένος>

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • sich lockern, locker werden
    χαλαρώνω βίδα, σχοινί, μύες
    χαλαρώνω βίδα, σχοινί, μύες
  • erschlaffen
    χαλαρώνω μύες
    χαλαρώνω μύες
  • nachlassen
    χαλαρώνω χάνω σε ένταση
    χαλαρώνω χάνω σε ένταση
  • sich entspannen, abschalten
    χαλαρώνω βρίσκομαι σε ψυχική ηρεμία μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
    χαλαρώνω βρίσκομαι σε ψυχική ηρεμία μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: