„φυγάς“: αρσενικό φυγάς [fiˈɣas]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Flüchtige Flüchtige(r)αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f φυγάς φυγάς