„φτέρωμα“: ουδέτερο φτέρωμα [ˈfteroma]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Federkleid Federkleidουδέτερο | Neutrum, sächlich n φτέρωμα φτέρωμα