„φρουτοχυμός“: αρσενικό φρουτοχυμός [frutoçiˈmos]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Fruchtsaft Fruchtsaftαρσενικό | Maskulinum, männlich m φρουτοχυμός φρουτοχυμός