φροντιστήριο
[frondisˈtirio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- private Nachhilfeschuleθηλυκό | Femininum, weiblich fφροντιστήριο εκπαιδευτήριοφροντιστήριο εκπαιδευτήριο
- Nachhilfeunterrichtαρσενικό | Maskulinum, männlich mφροντιστήριο μάθημαφροντιστήριο μάθημα