„φραγκοστάφυλο“: ουδέτερο φραγκοστάφυλο [fraŋgoˈstafilo]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Johannisbeere Johannisbeereθηλυκό | Femininum, weiblich f φραγκοστάφυλο φραγκοστάφυλο