„φλιτζανάκι“: ουδέτερο φλιτζανάκι [flidzaˈnakji]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Tässchen Tässchenουδέτερο | Neutrum, sächlich n φλιτζανάκι φλιτζανάκι