φιτίλι
[fiˈtili]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Dochtαρσενικό | Maskulinum, männlich mφιτίλι κεριούφιτίλι κεριού
- Zündschnurθηλυκό | Femininum, weiblich fφιτίλι δυναμίτηφιτίλι δυναμίτη