φανέλα
[faˈnela]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Flanellαρσενικό | Maskulinum, männlich mφανέλα ύφασμαφανέλα ύφασμα
- Unterhemdουδέτερο | Neutrum, sächlich nφανέλα εσώρουχοφανέλα εσώρουχο
- Trikotουδέτερο | Neutrum, sächlich nφανέλα ποδοσφαίρουHemdουδέτερο | Neutrum, sächlich nφανέλα ποδοσφαίρουφανέλα ποδοσφαίρου
examples
- φανελένιο πουκάμισοουδέτερο | Neutrum, sächlich nFlanellhemdουδέτερο | Neutrum, sächlich n