„υστερόγραφο“: ουδέτερο υστερόγραφο [isteˈroɣrafo]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Postskript Postskript(um)ουδέτερο | Neutrum, sächlich n υστερόγραφο υστερόγραφο