υπόνοια
[iˈponia]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Verdachtαρσενικό | Maskulinum, männlich mυπόνοιαυπόνοια
examples
- υπόνοιεςπληθυντικός | Plural plVerdachtsgründeπληθυντικός | Plural pl