υποφάκελος
[ipoˈfakjelos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- untergeordneter Ordnerαρσενικό | Maskulinum, männlich mυποφάκελος ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υUnterordnerαρσενικό | Maskulinum, männlich mυποφάκελος ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υυποφάκελος ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ