υποθετικός
[ipoθetiˈkos], υποθετική, υποθετικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- hypothetischυποθετικόςυποθετικός
examples
- υποθετική έγκλισηθηλυκό | Femininum, weiblich f γραμματική | GrammatikγραμμKonditionalαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- υποθετική πρότασηθηλυκό | Femininum, weiblich fKonditionalsatzαρσενικό | Maskulinum, männlich m