„υποδύομαι“: αποθετικό ρήμα | μεταβατικό ρήμα υποδύομαι [ipoˈðiome]αποθετικό ρήμα | Deponens depμεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) spielen spielen υποδύομαι υποδύομαι examples υποδύομαι ρόλο schauspielern υποδύομαι ρόλο