„υγραίνομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα υγραίνομαι [iˈɣrenome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) feucht werden feucht werden υγραίνομαι υγραίνομαι