„υαλότουβλο“: ουδέτερο υαλότουβλο [iaˈlotuvlo]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Glasbaustein Glasbausteinαρσενικό | Maskulinum, männlich m υαλότουβλο υαλότουβλο