„υαλοπίνακας“: αρσενικό υαλοπίνακας [ialoˈpinakas]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Fensterglas Fensterglasουδέτερο | Neutrum, sächlich n υαλοπίνακας υαλοπίνακας