υαλοκαθαριστήρας
[ialokaθarisˈtiras]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Scheibenwischerαρσενικό | Maskulinum, männlich mυαλοκαθαριστήρας αυτοκίνητο | Autoαυτοκυαλοκαθαριστήρας αυτοκίνητο | Autoαυτοκ