„τηλεπάθεια“: θηλυκό τηλεπάθεια [tileˈpaθia]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Telepathie Telepathieθηλυκό | Femininum, weiblich f τηλεπάθεια τηλεπάθεια