„τηγάνι“: ουδέτερο τηγάνι [tiˈɣani]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Pfanne (Brat-)Pfanneθηλυκό | Femininum, weiblich f τηγάνι τηγάνι