„τζογαδόρος“: αρσενικό και θηλυκό τζογαδόρος [dzoɣaˈðoros]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Spieler Spielerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f τζογαδόρος τζογαδόρος