„ταγματάρχης“: αρσενικό και θηλυκό ταγματάρχης [taɣmaˈtarçis]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Major Majorαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f ταγματάρχης ταγματάρχης