„Τάνταλος“: αρσενικό Τάνταλος [ˈtandalos]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Tantalus Tantalusαρσενικό | Maskulinum, männlich m Τάνταλος μυθολογία | Mythologieμυθ Τάνταλος μυθολογία | Mythologieμυθ