σχήμα
[ˈsçima]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- σχήμα μορφή
- Schemaουδέτερο | Neutrum, sächlich nσχήμα σχηματική παράστασησχήμα σχηματική παράσταση
- Formatουδέτερο | Neutrum, sächlich nσχήμα μέγεθοςσχήμα μέγεθος
- Figurθηλυκό | Femininum, weiblich fσχήμα γεωμετρία | Geometrieγεωμσχήμα γεωμετρία | Geometrieγεωμ
examples
- σχήμα κρανίουSchädelformθηλυκό | Femininum, weiblich f
- σχήμα λόγουleere Phraseθηλυκό | Femininum, weiblich f