συστημένος
[sistiˈmenos], συστημένη, συστημένοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- eingeschriebenσυστημένος επιστολήσυστημένος επιστολή
Thank you for your feedback!