συντριβή
[sindriˈvi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Absturzαρσενικό | Maskulinum, männlich mσυντριβήσυντριβή
examples
- συντριβή αεροσκάφουςFlugzeugabsturzαρσενικό | Maskulinum, männlich mFlugzeugunglückουδέτερο | Neutrum, sächlich n