συντηρητής
[sindiriˈtis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
examples
- συντηρητήςαρσενικό | Maskulinum, männlich m γηπέδου αθλητισμός | SportαθλPlatzwartαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- συντηρητής οδώνStraßenarbeiterαρσενικό | Maskulinum, männlich m