συντεχνία
[sindexˈnia]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Berufsgenossenschaftθηλυκό | Femininum, weiblich fσυντεχνίαGildeθηλυκό | Femininum, weiblich fσυντεχνίασυντεχνία
- Zunftθηλυκό | Femininum, weiblich fσυντεχνία ιστορία | Geschichteιστσυντεχνία ιστορία | Geschichteιστ