συνταγματάρχης
[sindaɣmaˈtarçis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Oberstαρσενικό | Maskulinum, männlich mσυνταγματάρχης στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστρατσυνταγματάρχης στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστρατ