„συνοικία“: θηλυκό συνοικία [siniˈkjia]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Viertel, Stadtteil Viertelουδέτερο | Neutrum, sächlich n συνοικία Stadtteilαρσενικό | Maskulinum, männlich m συνοικία συνοικία examples συνοικία του λιμανιού Hafenviertelουδέτερο | Neutrum, sächlich n συνοικία του λιμανιού