συνεργάζομαι
[sinerˈɣazome]αποθετικό ρήμα | Deponens dep <-στηκα>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- mitarbeiten, zusammenarbeiten, mitwirken (σε an+αιτιατική | +Akkusativ +akk)συνεργάζομαισυνεργάζομαι