συνέχιση
[siˈneçisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Fortsetzungθηλυκό | Femininum, weiblich fσυνέχισησυνέχιση
- Wiederaufnahmeθηλυκό | Femininum, weiblich fσυνέχιση διαπραγματεύσεωνσυνέχιση διαπραγματεύσεων