συνέδριο
[siˈneðrio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Kongressαρσενικό | Maskulinum, männlich mσυνέδριοσυνέδριο
examples
- συνέδριο αφοπλισμούAbrüstungskonferenzθηλυκό | Femininum, weiblich f
- συνέδριο κόμματοςParteitagαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- συνέδριο για το κλίμαKlimagipfelαρσενικό | Maskulinum, männlich m