„συνάδελφος“: αρσενικό και θηλυκό συνάδελφος [siˈnaðelfos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Kollege, Kollegin Kollegeαρσενικό | Maskulinum, männlich m συνάδελφος Kolleginθηλυκό | Femininum, weiblich f συνάδελφος συνάδελφος