συμπεριλαμβάνω
[simberilamˈvano]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-έλαβα; -λήφθηκα>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- mit aufnehmenσυμπεριλαμβάνωσυμπεριλαμβάνω
- enthaltenσυμπεριλαμβάνω εμπεριέχωσυμπεριλαμβάνω εμπεριέχω
- einbeziehenσυμπεριλαμβάνω συνυπολογίζωσυμπεριλαμβάνω συνυπολογίζω