συμβολή
[simvoˈli]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Beitragαρσενικό | Maskulinum, männlich mσυμβολή προσφοράσυμβολή προσφορά
- Kreuzungθηλυκό | Femininum, weiblich fσυμβολή δρόμωνσυμβολή δρόμων
- Zusammenflussαρσενικό | Maskulinum, männlich mσυμβολή ποταμώνσυμβολή ποταμών
examples
- συμβολή στην έρευναForschungsbeitragαρσενικό | Maskulinum, männlich m