συμβάν
[simˈvan]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n <-άντος; πληθυντικός | Pluralpl; -άντα>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Zwischenfallαρσενικό | Maskulinum, männlich mσυμβάνEreignisουδέτερο | Neutrum, sächlich nσυμβάνσυμβάν
examples
- συμβάνταπληθυντικός | Plural plTreibenουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- συμβάνταπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl της ημέραςTagesgeschehenουδέτερο | Neutrum, sächlich n