„στρατόσφαιρα“: θηλυκό στρατόσφαιρα [straˈtosfera]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Stratosphäre Stratosphäreθηλυκό | Femininum, weiblich f στρατόσφαιρα στρατόσφαιρα