„στραγγιστήρι“: ουδέτερο στραγγιστήρι [straŋgjisˈtiri]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Sieb, Seiher Siebουδέτερο | Neutrum, sächlich n στραγγιστήρι Seiherαρσενικό | Maskulinum, männlich m στραγγιστήρι στραγγιστήρι