„σταλακτίτης“: αρσενικό σταλακτίτης [stalakˈtitis]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Stalaktit Stalaktitαρσενικό | Maskulinum, männlich m σταλακτίτης σταλακτίτης