„σπρίντερ“: αρσενικό και θηλυκό σπρίντερ [ˈsprinter]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Sprinter Sprinterαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f σπρίντερ αθλητισμός | Sportαθλ σπρίντερ αθλητισμός | Sportαθλ