σπουδαστής
[spuðasˈtis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Studentαρσενικό | Maskulinum, männlich mσπουδαστήςσπουδαστής
examples
- σπουδαστής εμπορικής σχολήςHandelsschülerαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- σπουδαστής ΠληροφορικήςInformatikstudentαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- σπουδαστής ΦυσικήςPhysikstudentαρσενικό | Maskulinum, männlich m