„σολίστ“: αρσενικό και θηλυκό σολίστ [soˈlist]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f, σολίστας [soˈlistas]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Solist Solistαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f σολίστ σολίστ