„σκυλόσπιτο“: ουδέτερο σκυλόσπιτο [skjiˈlospito]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Hundezwinger Hundezwingerαρσενικό | Maskulinum, männlich m σκυλόσπιτο σκυλόσπιτο