σκηνοθέτης
[skjinoˈθetis]αρσενικό | Maskulinum, männlich m, σκηνοθέτρια [skjinoˈθetria]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Regisseurαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fσκηνοθέτηςσκηνοθέτης